Ο N. Elias αντιλαμβάνεται το περί χρόνου δοκίμιό του ως άρση θεμελιώδους παρεξήγησης: "Νομίζουμε", παρατηρούσε σε συνέντευξη το 1984, έτος της α' έκδοσης του έργου, "πως ο χρόνος είναι μια έννοια της φυσικής επιστήμης, η οποία και μεταφέρθηκε στην κοινωνία. Συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Λόγω των κοινωνικών αναγκών σε προγενέστερες εποχές οι ιερείς παρακολουθούσαν την ανατολή και τη δύση του ηλίου, τη χάση και τη φέξη του φεγγαριού, για να προσδιορίσουν την κατάλληλη προς τις γεωργικές εργασίες εποχή. Όσο, τώρα, στενότερες γίνονταν οι σχέσεις των ανθρώπων, ο συντονισμός των δραστηριοτήτων τους ήταν εφικτός μόνο μέσω ενός ενιαίου χρόνου, μιας χρονικής ομοιομορφίας, μόνο αν ο καθένας είχε και από ένα ρολόι." Ανατρέχοντας στη γενεαλογία των ανθρώπινων στάσεων και απόψεων έναντι του χρόνου και αποκαλύπτοντας ότι οι κυρίαρχες σήμερα αντιλήψεις είναι, σχετικά, πολύ πρόσφατες, χρονολογούμενες από την εποχή του Γαλιλαίου, ο Elias επανέρχεται σε ένα βασικό τόπο της κοινωνικής του θεωρίας, το πώς, δηλαδή, η εκούσια και εμπρόθετη ανθρώπινη δράση και συμπεριφορά μεταμορφώνεται σε ακούσια και ανεπίγνωστα πρότυπα κοινωνικού βίου. Ένα ανθρώπινο, για την ακρίβεια: διανθρώπινο δημιούργημα έχει πλέον διαφύγει τον έλεγχό μας. Η παραδοχή ότι χρόνος=(συγ)χρονισμός, τουτέστιν συντονισμός είναι, ίσως, το πρώτο βήμα για την ανάκτηση αυτού του ελέγχου.

source: publishers notice: http://www.diaspora.gr/book2.asp?ID=88620

Greek announcement for the translation of "On time" (2004)